Η επίπτωση της βαρηκοΐας

Σύμφωνα με τις θεωρίες της νευροπλαστικότητας και της κριτικής περιόδου ανάπτυξης υπάρχουν χρονικές περίοδοι που το κεντρικό νευρικό σύστημα είναι περισσότερο ευαίσθητο στις πληροφορίες του περιβάλλοντος για την ανάπτυξη συγκεκριμένων ικανοτήτων. Έχει υποστηριχθεί ότι η ικανότητα πλαστικότητας του ακουστικού συστήματος είναι πιο ανεπτυγμένη τα πρώτα τρία έως τέσσερα έτη της ζωής ενώ αντίθετα αυτή ελαχιστοποείται μετά το δέκατο έτος.

Οι δυσμενείς επιπτώσεις της απουσίας ακουστικών ερεθισμάτων στην ανάπτυξη του προφορικού λόγου είναι πολύ πιο σοβαρές σε παιδιά με συγγενή ή προγλωσσική κώφωση. Η απουσία ακουστικής μνήμης και ακουστικών εμπειριών, καθώς και η αδυναμία παρακολούθησης και ελέγχου του προφορικού λόγου μέσα από τη διαδικασία της ακουστικής ανατροφοδότησης μπορούν να συμβάλουν στην καθυστέρηση, ανεπάρκεια ή και μη παραγωγή κατανοητού λόγου.

Η άρτια λειτουργία της ακοής συμβάλει καθοριστικά τόσο στην ανάπτυξη του λόγου όσο και στην ψυχονοητική εξέλιξή τους.

Το φάσμα συχνοτήτων του προφορικού λόγου παρουσιάζει συγκεκριμένη κατανομή, με τα φωνήεντα να εντοπίζονται περισσότερο στις χαμηλές και τα σύμφωνα περισσότερο στις υψηλές συχνότητες.

Ως αποτέλεσμα όλων αυτών, η ομιλία των παιδιών με διαταραχές ακοής χαρακτηρίζεται από περισσότερα λάθη στα σύμφωνα, ιδιαίτερα στους άηχους φθόγγους (κ, π, τ, χ, φ, θ, σ), αδόκιμη ένταση στα φωνίεντα και δυσκολία στην άρθρωση, ιδιαίτερα ήχων που παράγονται στο πίσω μέρος του στόματος. Άτομα με πολύ σοβαρού βαθμού βαρηκοΐα (>90 dB) μπορούν να παράγουν σωστά μόνο το 37% και το 14% των συμφώνων που σχηματίζονται στην πρόσθια και οπίσθια περιοχή του στόματος, αντίστοιχα.

Διαβάστε περισσότερα:

Ωτορινολαρυγγολογία – Τόμος Α – Ωτολογία & Νευρο-ωτολογία.

Αριστείδης Αθανασιάδης-Σισμάνης

Κεφάλαιο 13.3 Η επίδραση της βαρηκοΐας – κώφωσης στην ανάπτυξη του λόγου